Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2023

Μυτιλήνη (Mytilenepress) : Οι Μεγάλοι Αλαεξανδρινοί Πατέρες της Εκκλησίας.

  

Στην κορυφή των μεγάλων ασκητών της Εκκλησίας μας βρίσκεται ο Μέγας Αντώνιος και γι’ αυτό δικαίως η Εκκλησία μας του προσέδωσε τον τίτλο του Μεγάλου, διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτέλεσε το πρότυπο του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους. 

Άλλωστε αποκαλείται και ως ο «καθηγητής της ερήμου», διότι θεμελίωσε τον υγιή χριστιανικό μοναχισμό και παραμένει ο δάσκαλος των κατοπινών μοναχών ως τα σήμερα. Την βιογραφία του έγραψε ο Μ. Αθανάσιος, ο οποίος υπήρξε μαθητής και πνευματικό του παιδί. 

Γεννήθηκε στην πόλη Κομά της Κάτω Αιγύπτου, κοντά στη Μέμφιδα, περί το 251 στα χρόνια του παρανοϊκού και θρησκομανή ρωμαίου αυτοκράτορα Δεκίου (249-251), ο οποίος είχε εγείρει τον σκληρότερο, ως τότε, διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι πιστοί Χριστιανοί, στους οποίους χρωστούσε την ευσέβεια. Γράμματα έμαθε λίγα και ίσως να ήταν εντελώς αγράμματος, όμως είχε αποκτήσει πάμπολλες αρετές, οι οποίες απέρρεαν από την βαθιά χριστιανική του πίστη. Από μικρός είχε δείξει δείγματα αυτάρκειας, ασκητικότητας και εσωστρέφειας, ώστε διέφερε από τα άλλα παιδιά της πόλεως. 

Αγαπημένη του συνήθεια ήταν ακολουθεί τους γονείς του στην Εκκλησία και να παραμένει στο ναό συμμετέχοντας στις ιερές ακολουθίες και ακούγοντας τα ιερά αναγνώσματα με προσοχή. Στην εφηβική του ηλικία έχασε τους γονείς του και απόμειναν μόνοι με την μικρή αδελφή του, την οποία ανάλαβε την φροντίδα της. Όμως έξι μήνες μετά άκουσε στην Εκκλησία την ευαγγελική περικοπή την προτροπή του Χριστού προς τον πλούσιο νέο: «πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι» (Ματθ.19,21). Αισθάνθηκε ότι αυτός ο λόγος απευθύνονταν και στον ίδιο. Έτσι, συγκινημένος, πήρε τη μεγάλη απόφαση να ακολουθήσει το Χριστό. 

Δώρισε την περιουσία του, η οποία αποτελούνταν από 300 εύφορα κτήματα στους φτωχούς, εμπιστεύτηκε την αδελφή του σε ένα παρθεναγωγείο και ο ίδιος αποσύρθηκε έξω από το χωριό του, σε απομονωμένο κελί, μιμούμενος κάποιον σεβάσμιο ασκητή, τον οποίο θαύμαζε και ήθελε να μιμηθεί. Ύστερα από καιρό αποφάσισε να αποσυρθεί στην έρημο για μεγαλύτερη άσκηση και ησυχία, μακριά από κοσμικές φροντίδες και τους πειρασμούς του κόσμου. Κατά καιρούς επισκέπτονταν άλλους ερημίτες, για να αποκομίζει πλούσια πνευματική εμπειρία και να διδάσκεται την αληθινή εν Χριστώ ζωή. Ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και αγρυπνία. Έκανε σκληρή νηστεία, τρώγοντας μια φορά την ημέρα μετά τη δύση του ηλίου. 

Αργότερα έτρωγε κάθε δύο ή και τέσσερις μέρες μόνο άρτο, αλάτι και νερό. Δεν έμεινε ποτέ άεργος, εργαζόταν ανελλιπώς το εργόχειρό του, χάρις στο οποίο εξοικονομούσε τη λιγοστή τροφή του και τα μέσα να ελεεί τους φτωχούς. Ταυτόχρονα με το εργόχειρό του προσεύχονταν και στοχάζονταν τις θείες δωρεές για τον ίδιο και τον κόσμο. Στα διαλείμματα διάβαζε την Αγία Γραφή και άλλα ψυχωφελή αναγνώσματα. Δεν άργησε να διαφαίνεται σ’ αυτόν η αγιότητα. Οι πλησίον συνασκητές του τον αγαπούσαν και τον σέβονταν για την πίστη, την πραότητά του και την ταπείνωσή του και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν. Αλλά ο πονηρός διάβολος δε μπορούσε να βλέπει μια τέτοια πνευματική προκοπή στον Αντώνιο και γι’ αυτό άρχισε τις λυσσαλέες επιθέσεις του κατ’ αυτού. 

Του ενέβαλε δόλιους λογισμούς να εγκαταλείψει την έρημο και να γυρίσει στον κόσμο. Του έβαζε στο νου πονηρούς λογισμούς για σαρκικές απολαύσεις και ηδονές. Κάποτε έπαιρνε τη μορφή προκλητικής γυναίκας για να τον παρασύρει στην αμαρτία. Κάποιες φορές του διαμήνυε ψευδώς ότι η αδελφή του είχε πάρει τον κακό δρόμο, ότι  δήθεν είχε γίνει πόρνη και έπρεπε να κατέβει στον κόσμο να τη σώσει. Συχνά του έβαζε σκέψεις υπερηφάνειας και φιλαργυρίας. Όμως ο Αντώνιος αντιπαρέρχονταν με ηρωισμό όλες τις σατανικές προσβολές. Αφού είδε ο διάβολος ότι ήταν αδύνατον να τον αποσπάσει από την άσκηση και να τον παρασύρει στην αμαρτία, άρχισε να του προξενεί σωματικά άλγη και αρρώστιες, στόχο να βαρυγκωμήσει κατά του Θεού . 

Τις αντιμετώπισε και αυτές με καρτερία και ηρωισμό, χωρίς να βγάλει ποτέ κακό λόγο από τα χείλη του για τις δοκιμασίες του. Στο τέλος του παρουσιάστηκε ως μελαψό παιδί και του ομολόγησε την ήττα του. Κατόπιν έφυγε και δεν πείραξε ξανά τον άγιο. Σύχναζε σε κάποιο νεκροταφείο, όπου κοιμόταν σε κάποιον τάφο. Εκεί φιλοσοφούσε το μάταιο της εγκόσμιας ζωής και την αξία της αιώνιας ζωής. Κάποια νύχτα δέχτηκε επίθεση από πλήθος δαιμόνων, οι οποίοι τον κτύπησαν και τον άφησαν ημιθανή. Μετά ερχόταν με τη μορφή αγρίων θηρίων και θανατηφόρων ερπετών, τον οποίο απειλούσαν. 

Εκείνος γνωρίζοντας ότι ήταν δαίμονες, τους λοιδορούσε, με αποτέλεσμα να γίνουν άφαντοι, εκφράζοντας το θυμό τους με θορύβους, γρυλλίσματα και τρίξιμο των δοντιών τους. Εκείνος συνέχιζε ακάθεκτος τον ασκητικό του αγώνα και την κάθαρση από τα πάθη του. Όμως, ο Αντώνιος έζησε στην εποχή των σκληρότερων διωγμών κατά των Χριστιανών. Επί αυτοκράτορα Μαξιμιανού (285-311) κατέβηκε στον κόσμο να στηρίξει τους αγρίως διωκόμενους Χριστιανούς. Το ίδιο έκαμε και όταν κινδύνευε η Εκκλησία από την φοβερή αίρεση του Αρείου. Κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια να στηρίξει τους Ορθοδόξους και να καταπολεμήσει την αίρεση, αν και ήταν εκατό χρονών. Η φήμη του έφτασε ως τη Βασιλεύουσα. 

Ο Μ. Κωνσταντίνος αλληλογραφούσε μαζί του και τον συμβουλεύονταν. Κοιμήθηκε ειρηνικά το 356 σε ηλικία 105 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου. Μας διασώθηκαν μια σειρά διδαχών του, οι οποίες εκφράζουν την γνήσια χριστιανική πνευματικότητα. Ο Μ. Αντώνιος υπήρξε ο πνευματικός καθοδηγητής του Μεγάλου Αθανασίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως «Στύλος της Ορθοδοξίας». Κάθε φορά που αντιμετώπιζε δυσκολίες ή διωγμούς κατέφευγε στο ερημητήριο του Μ. Αντωνίου να πάρει δύναμη από αυτόν και συμβουλές για τον αγώνα του υπέρ της σώζουσα αλήθειας της Εκκλησίας. Ο Μ. Αντώνιος ενσαρκώνει την γνήσια χριστιανική μοναχική και ασκητική ζωή.

Οι αλεξανδρινοί Πατέρες έβαλαν και εκείνοι τη δική τους σφραγίδα στην ανάπτυξη της Θεολογίας της Εκκλησίας μας. Με κέντρο ανάπτυξης των θεολογικών σπουδών την περίφημη Κατηχητική Σχολή, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέδειξε μεγάλες μορφές. Μια από αυτές είναι και ο άγιος Κύριλλος αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο κορυφαίος δογματικός θεολόγος και υπερασπιστής της Ορθοδοξίας. Αλλά και ένας από τους πλέον συκοφαντημένους Πατέρες και αγίους της Εκκλησίας μας. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια περί το 378 από εύπορους γονείς και ήταν ανεψιός του πατριάρχη Θεοφίλου. 

Οι γονείς του φρόντισαν να του δώσουν σοβαρή μόρφωση. Σπούδασε γραμματική, ρητορική και φιλοσοφία στις ονομαστές εθνικές σχολές της Αλεξάνδρειας και τέλος σπούδασε θεολογία και βιβλικές σπουδές στην ονομαστή Κατηχητική Σχολή. Περί το 400 χειροτονήθηκε από το θείο του Θεόφιλο αναγνώστης και στη συνέχεια διάκονος και πρεσβύτερος, ο οποίος έδειξε νωρίς τα χαρίσματά του και την βαθιά προσήλωσή του στην ορθόδοξη παράδοση. Το 403 συνόδευσε το Θεόφιλο προκειμένου να συμμετάσχει στην λεγομένη παρά την Δρυν Σύνοδο, η οποία καθαίρεσε τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο. Ήταν η πρώτη ατυχής συγκυρία της ζωής του. 

Μετά την επιστροφή του στην Αλεξάνδρεια ένοιωσε την ανάγκη για να αναπτύξει περαιτέρω την πνευματική του ανάπτυξη και τον καταρτισμό του. Γι’ αυτό κατέφυγε στα ονομαστά μοναστήρια της Αιγύπτου, όπου υπήρχαν άγιοι ασκητές, για να πάρει από αυτούς τα πνευματικά εφόδια, τα οποία θα του ήταν απαραίτητα για την κατοπινή εκκλησιαστική του διακονία. 

Ο θείος του Θεόφιλος τον έστειλε στις Μονές της Νιτρίας, για να εντρυφήσει στην ευσέβεια. Έμεινε πέντε χρόνια στην Μονή του Αγίου Μακαρίου, μελετώντας την Αγία Γραφή υπό την καθοδήγηση του αγίου Σεραπίωνος. Στις 15 Οκτωβρίου του 412 ήρθε στην Αλεξάνδρεια για να παραστεί στην κηδεία του Θεόφιλου και να διεκδικήσει τον επισκοπικό θρόνο. Αν και η αριστοκρατία της Αλεξάνδρειας προωθούσε για τον επισκοπικό θρόνο τον Τιμόθεο, όπως και η πολιτική διοίκηση της πόλεως, εν τούτοις εξελέγη ο Κύριλλος, ο οποίος ενθρονίστηκε στις 17 Οκτωβρίου του 412 και ποίμανε την Εκκλησία της Αλεξανδρείας για 32 χρόνια. 

Η επισκοπική του διακονία δεν υπήρξε ειρηνική, διότι η μεγάλη πόλη των αλεξανδρινών ταρασσόταν από συχνές επαναστάσεις και η τοπική Εκκλησία σπαράσσονταν από αιρέσεις και σχίσματα. Στη μεγαλούπολη και πολυεθνική Αλεξάνδρεια είχαν βρει καταφύγιο υπολείμματα αρχαίων αιρετικών και σχισματικών ομάδων, όπως των αρειανών, των μαρκιωνιτών, των οπαδών του Παύλου Σαμοσατέως, των νοβατιανών, κ.α. οι οποίοι δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στους Ορθοδόξους. Ο άγιος Κύριλλος ανέπτυξε μια αξιοθαύμαστη αντιαιρετική ποιμαντική, ώστε εξουδετέρωσε στην ουσία τις αιρετικές ομάδες, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο στόχαστρο των αιρεσιαρχών. 

Προβλήματα δημιουργούσαν επίσης και οι εναπομείναντες φανατικοί ειδωλολάτρες του θνήσκοντος εθνισμού. Οι ιερείς των ειδώλων, οι μάντεις και όλα τα παράσιτα της αρχαίας θρησκείας, βλέποντας τα συμφέροντά τους να θίγονται σοβαρά από την ερήμωση των ναών και των μαντείων, καλλιεργούσαν στις αμαθείς και φανατισμένες μάζες των εθνικών μίσος και εκδίκηση κατά της Εκκλησίας και των Χριστιανών και ιδιαιτέρως κατά του επισκόπου Κυρίλλου. Τέλος η πολυπληθής ιουδαϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας, συνεχίζοντας την αρχαία έχθρα προς τους Χριστιανούς, κρυβόταν συχνά πίσω από ραδιουργίες,  εξωθώντας τους φανατισμένους ειδωλολάτρες κατά των Χριστιανών, καθώς και την πολιτική διοίκηση της πόλεως, η οποία συντάσσονταν με τους εχθρούς της Εκκλησίας. 

Ο άγιος Κύριλλος προσπαθούσε να είναι ειρηνοποιός ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις, που όμως δεν το κατόρθωνε πάντα. Μια από τις ατυχέστερες στιγμές της ποιμαντορίας του αγίου Κυρίλλου υπήρξε η δολοφονία της αλεξανδρινής φιλοσόφου Υπατίας το 416, στον οποίο αποδίδουν κάποιοι κακεντρεχείς και ανιστόρητοι ευθύνες. Αφορμή υπήρξε η ενεργοποίηση κάποιου νόμου για τη δήμευση των ιουδαϊκών συναγωγών, διότι ο ιουδαϊκός όχλος είχε βιαιοπραγήσει κατά των Χριστιανών. Κάποιοι Ιουδαίοι προσεταιρίστηκαν τον δύστροπο Έπαρχο Ορέστη, τον οποίο έστρεψαν κατά του Κυρίλλου. Σε μια διαδήλωση άνθρωποι του Ορέστη σκότωσαν κάποιον μοναχό Αμμώνιο, με αποτέλεσμα οι Χριστιανοί να εξαγριωθούν και να κινηθούν κατά του Επάρχου. 

Οι Ιουδαίοι βρήκαν αφορμή και κινήθηκαν κατά των Χριστιανών, έχοντας μαζί τους πλήθος ειδωλολατρών της πόλεως, οι οποίοι, όπως είπαμε, μισούσαν τους Χριστιανούς. Σε αυτή την άγρια συμπλοκή, άγνωστο πως και από ποιους, συνελήφθη η Υπατία, η οποία δολοφονήθηκε οικτρά. Αλλά οι μόνοι που δεν είχαν λόγο να δολοφονήσουν τη φιλόσοφο ήταν οι Χριστιανοί, διότι εκείνη, εκτός από το ότι είχε μαθητές διακεκριμένους Χριστιανούς της πόλεως, όπως τον Συνέσιο επίσκοπο Πτολεμαΐδας, βρισκόταν στο στάδιο της κατηχήσεώς της και το επόμενο Πάσχα επρόκειτο να βαπτισθεί χριστιανή! 

Οι μόνοι που είχαν λόγο να τη δολοφονήσουν ήταν οι ειδωλολάτρες, που τη θεωρούσαν αποστάτη και οι υποκινητές της στάσεως Ιουδαίοι. Επίσης είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως ο Κύριλλος δε φέρει ευθύνη για τη δολοφονία, διότι έλειπε από την πόλη. Ο άγιος Κύριλλος υπήρξε ένας από τους κορυφαίους δογματικούς θεολόγους της εποχής του, ο οποίος κατανόησε και διατύπωσε το χριστολογικό δόγμα, με απόλυτη σαφήνεια και ακρίβεια. Πρωτοστάτησε στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε τον αιρετικό Νεστόριο, ο οποίος αρνούνταν τη θεία φύση του Χριστού. 

Στα βαθυστόχαστα θεολογικά του συγγράμματα εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας στην αληθινή σάρκωση του Θεού Λόγου και την τέλεια ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο του Θεανθρώπου. Επίσης ο άγιος Κύριλλος είναι ο κατ’ εξοχήν θεολόγος της Θεοτόκου. Κοιμήθηκε στις 27 Ιουνίου του 444. Τιμάται ως άγιος και οικουμενικός διδάσκαλος από την Εκκλησία και η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Ιουνίου και στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον Μ. Αθανάσιο.

Ελάχιστοι άνθρωποι αξιώθηκαν να λάβουν τον τίτλο του «Μεγάλου» στην ιστορία της ανθρωπότητας, διότι αυτό προϋποθέτει να υπάρξει κάποιος υπέρμετρα σπουδαίος και να προσφέρει υπέρτατες και μοναδικές υπηρεσίες σε αυτή. Ένας από αυτούς είναι και ο Μέγας Αθανάσιος, ο οποίος εκτός από τον τίτλου του «Μεγάλου» του αποδόθηκε και ο μοναδικός τίτλος «Στύλος της Ορθοδοξίας».  

 Μελετώντας κάποιος την προσωπικότητα και το τιτάνιο έργο του, δε μπορεί παρά να συμφωνήσει με την επιλογή αυτή της Εκκλησίας μας. Γεννήθηκε περί το 298 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από ευσεβείς Έλληνες γονείς και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Οι ευκατάστατοι γονείς του φρόντισαν να λάβει μια σπάνια κλασική παιδεία, η οποία άκμαζε ακόμα στην Αλεξάνδρεια.   Παράλληλα φοίτησε στην περίφημη Κατηχητική Σχολή θεολογία, αναδεικνυόμενος ως ένας από τους σπουδαιότερους Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας μας όλων των εποχών. 

Καθοριστική σημασία για την κατοπινή πορεία του Αθανασίου υπήρξε η γνωριμία του και η πνευματική του σύνδεση με τον μέγιστο ασκητή της Εκκλησίας μας Μέγα Αντώνιο. Κοντά του μυήθηκε στην ευσέβεια και χαλυβδώθηκε ο χαρακτήρας του να είναι αμετακίνητος και απόλυτα προσηλωμένος στην αλήθεια της Εκκλησίας.   Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εισέρχεται στις τάξεις του ιερού κλήρου, ως διάκονος της αλεξανδρινής Εκκλησίας, μπαίνοντας στην υπηρεσία του γηραιού και σεβάσμιου επισκόπου Αλεξάνδρου. Δεν έμελλε όμως να βιώσει μια ειρηνική ιερατική διακονία, διότι κατά την χρονική εκείνη περίοδο ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες και πιο επικίνδυνες θεολογικές θύελλες στην ιστορία της Εκκλησίας μας, η φοβερή αίρεση του αρειανισμού. Ο πρεσβύτερος της αλεξανδρινής Εκκλησίας Άρειος δίδασκε άκρως βλάσφημες και κακόδοξες διδασκαλίες, ανατρέποντας εκ θεμελίων την διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Απέρριπτε το θεμελιώδες δόγμα της Αγίας Τριάδος, υποβιβάζοντας τον Υιό σε κτίσμα του Θεού και αρνούμενος την προσωπική υπόσταση του Αγίου Πνεύματος.  

Ο νεαρός διάκονος Αθανάσιος, με την ευλογία του επισκόπου Αλεξάνδρου ανέλαβε να ανασκευάσει τις βλάσφημες δοξασίες του Αρείου. Στα 325 συγκροτήθηκε η Α Οικουμενική Σύνοδος στην Νίκαια της Βηθυνίας για να συζητηθεί η αρειανική κακοδοξία και να διατυπωθεί με σαφήνεια το ορθόδοξο δόγμα. Ο διάκονος Αθανάσιος εκπροσώπησε τον Αλέξανδρο και μάλιστα ορίστηκε και γραμματείας της Συνόδου. Στις θυελλώδεις συζητήσεις με τον αιρεσιάρχη Άρειο και τους οπαδούς του, ο Αθανάσιος εξέπληξε με την ωριμότητα της σκέψεώς του, τη θεολογική του κατάρτιση και προ πάντων την ακριβή έκφραση της ορθόδοξης διδασκαλίας. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε πως ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο πρωταγωνιστής της Συνόδου και ο εκφραστής της αλήθειας της Εκκλησίας.   

Το 328 κοιμήθηκε ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και ο λαός απαίτησε να ανέβει στον επισκοπικό θρόνο ο Αθανάσιος, ο οποίος αποδέχτηκε την ύψιστη αυτή διακονία, διαρκούσης της αρειανικής λαίλαπας, παρά την καταδίκη της από την Α Οικουμενική Σύνοδο. Εργάστηκε σκληρά αναδιοργανώνοντας την αλεξανδρινή Εκκλησία. Επέλεξε άξιους συνεργάτες από την τάξη των ασκητών και των μοναχών, οι οποίοι είχαν αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο εκκλησιαστικό έργο. 

Το μεγάλο βάρος το έδωσε στην προάσπιση της ορθόδοξης πίστης και τον αντιαιρετικό αγώνα. Αυτό είχε όμως δυσμενείς εξελίξεις για τον ίδιο. Οι αρειανοί και οι άλλοι αιρετικοί της επισκοπής του κατείχαν υψηλά κρατικά αξιώματα και οικονομική δύναμη. Κάνοντας χρήση αυτών, είχαν κηρύξει ανελέητο πόλεμο κατά του Αθανασίου και οχετούς λάσπης συκοφαντιών, οι οποίες έφταναν ως την αυτοκρατορική εξουσία της Κωνσταντινουπόλεως.   Γι’ αυτό και ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μαρτυρική. Από τα  46 έτη της επισκοπικής του διακονίας τα 17 τα πέρασε στις εξορίες! Έχουν διασωθεί οι φρικτές συκοφαντίες εναντίον του από τους αιρετικούς, προς τον αυτοκράτορα. Κατηγορήθηκε ο ασκητής Αθανάσιος για δήθεν πορνεία και βιασμό γυναίκας! Κατηγορήθηκε επίσης ο ένθερμος αυτός ζηλωτής του Χριστού και ως μάγος! Αλλά ο Αθανάσιος υπόμενε με καρτερία τις συκοφαντίες και τις άδικες διώξεις. 

Την προσωπική του πίκρα και τις ατέλειωτες ταλαιπωρίες του τις προσπερνούσε με την νυχθημερόν συγγραφή θεολογικών πραγματικών και αντιαιρετικών έργων. Από τα σπουδαιότερα συγγράμματά του ξεχωρίζουμε το μοναδικό έργο του «Περί της Ενανθρωπήσεως του Λόγου», όπου αν αναπτύσσει με καταπληκτική ακρίβεια την αλήθεια της Εκκλησίας μας για το θείο πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού. Στα έργο του «Κατά Αρειανών» καταρρίπτει πανηγυρικά τις αρειανικές κακοδοξίες.  

Στο επίσης περισπούδαστο έργο του «Κατά Ειδώλων» καταρρίπτει το σαθρό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας, η οποία στην εποχή του ήταν ακόμη μια μεγάλη απειλή και μια σοβαρή πρόκληση για την Εκκλησία. Συνέγραψε ακόμη το βίο του δασκάλου του Μ. Αντωνίου, καθώς και πάμπολλες επιστολές σε διάφορα εξέχοντα πρόσωπα, οι οποίες αποπνέουν σπάνιο ζήλο για την διαφύλαξη της αλήθειας της Εκκλησίας, διότι είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Αξίζει να σημειώσουμε πως με την 39 η εορταστική επιστολή του ορίζεται ο λεγόμενος «κανόνας της Καινής Διαθήκης», δηλαδή ορίζονται τα 27 γνήσια βιβλία, από τα ψευδεπίγραφα (απόκρυφα) που κυκλοφορούσαν στην αρχαία Εκκλησία και έσπερναν πλάνες στους πιστούς. Κατάκοπος και τσακισμένους από τους ατέλειωτους αγώνες και τις προσωπικές ταλαιπωρίες, κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου του 373.   

Η Εκκλησία μας τον κατέταξε στους αγίους της και τον ανακήρυξε «Μέγα» για τις μοναδικές του υπηρεσίες του προς Αυτήν. Ορίστηκε δε να συνεορτάζεται η μνήμη του στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον επίσης σπουδαίο αλεξανδρινό επίσκοπο, τον άγιο Κύριλλο, ο οποίος και αυτός έδωσε παρόμοιους αγώνες για την Ορθόδοξη πίστη. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου