Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Μυτιλήνη (Mytilenepress) : Ο ΖΩΗΦΟΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ: ΤΗΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ ΤΟ ΑΗΤΤΗΤΟΝ ΤΡΟΠΑΙΟΝ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ: Η ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

 

Φθάσαμε, με τη χάρη του Θεού, στην Γ΄ Κυριακή των Νηστειών, στην Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, κατά την οποία προβάλλεται ο Τίμιος Σταυρός για προσκύνηση, για να αντλήσουμε από αυτόν δύναμη, να συνεχίσουμε ως την Ανάσταση, τον πνευματικό μας αγώνα. 

Να συνέρθουμε από την κόπωση των προηγούμενων ημερών και να αντικρούσουμε νικηφόρα τις λυσσώδεις επιθέσεις του διαβόλου εναντίον μας αυτή την ιερή περίοδο, ο οποίος πασχίζει να μας ματαιώσει τον αγώνα μας. Κι αυτό διότι, ο Τίμιος Σταυρός είναι το μεγάλο μας όπλο κατά του διαβόλου και των παγίδων του. Είναι το μεγάλο τρόπαιο νίκης κατά των αντιθέων δυνάμεων και η παρηγοριά κάθε πονεμένου. Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική μας πίστη, κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού. 

Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών Χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η Θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία της για τη ζωή της Εκκλησίας. 

Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν καύχηση. «Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6,13), διότι «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι» (Α΄ Κορ.1,17). 

Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως αίσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος. Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμονος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού, από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. 

Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού. Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία και να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του, όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή, οι οποίοι σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά να σταυρώσει, όχι το σώμα του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος, «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)». 

Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο! Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς, μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού, χαρακτηρίζοντάς το ως  ειδωλολατρικό σύμβολο, παρά το γεγονός ότι αποτελούσε για περισσότερα από εβδομήντα χρόνια το λογότυπο του περιοδικού τους! 

Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και άντ’ αυτού τον ονομάζουν «πάσαλο». Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την λέξη Σταυρός με τη λέξη «ξύλο», σε αντίθεση με τον απόστολο Παύλο, ο οποίος καυχιέται για τον Σταυρό του Κυρίου (Ρω.6,13)! 

Εμείς οι Ορθόδοξοι, που διατηρούμε ανόθευτη τη χριστιανική διδασκαλία, προσκυνούμε τον τίμιο Σταυρό και αντλούμε από αυτόν δύναμη και αγιασμό. Κάθε χρόνο, εκτός από τις πολλές εορτές προσκύνησης του Σταυρού του Κυρίου, τον προσκυνούμε και την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, για να λάβουμε, όπως προαναφέραμε, δύναμη στον πνευματικό μας αγώνα αυτή την ιερή περίοδο. Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων έγραψε τα εξής σημαντικά για την δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού: «Το σημείο του Σταυρού είναι μεγάλη ασφάλεια. Δεν απαιτεί καμιά δαπάνη και για τούτο είναι προσιτό και στους φτωχούς. Δεν είναι κόπος ούτε για τους αρρώστους, επειδή η Χάρη είναι από το Θεό και είναι σημάδι των πιστών και φόβος για τους δαίμονες. Διότι πάνω στο Σταυρό, κατανίκησε τους δαίμονες, τους διαπόμπευσε, ολοφάνερα τους κατεξευτέλισε. 

Όταν, λοιπόν, δουν το Σταυρό, έρχεται στο νου τους ο Εσταυρωμένος. Φοβούνται Αυτόν, που σύντριψε τις κεφαλές του νοητού δράκοντα». 

Ο ιερός Χρυσόστομος μας προτρέπει: «Σχημάτισε στο μέτωπό σου το σημείο του Σταυρού και τότε δεν θα μπορέσει να σε βλάψει, σε τίποτε ο Διάβολος. Με την δύναμη του Σταυρού, έπαψαν πλέον οι δαίμονες να είναι φοβεροί και έγιναν ευκολοκαταφρόνητοι και δι’ αυτού, κατανικήθηκε και εξαφανίστηκε ο θάνατος και ταυτόχρονα έπαψε ο θάνατος να είναι θάνατος, αλλά ύπνος. O Σταυρός είναι το τρόπαιο νίκης εναντίον των δαιμόνων, είναι η μάχαιρα κατά της αμαρτίας, το ξίφος με το οποίο ο Xριστός κέντησε το φίδι. 

O Σταυρός που είναι το θέλημα του Πατέρα, η δόξα του Mονογενούς, το αγαλλίαμα του Πνεύματος, το κόσμημα των αγγέλων, η ασφάλεια της Eκκλησίας, το καύχημα του Παύλου, το τείχος των Αγίων, το φως όλης της οικουμένης». Ο άγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εγκωμιάζοντας τον Τίμιο Σταυρό, ο οποίος προβάλλεται για προσκύνηση, τον ονομάζει «βασιλική κλίνη». Κλίνη, πάνω στην οποία αναπαύθηκε ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, κατά τη φρικτή θυσία του Γολγοθά. 

Η κατάνυξη και η χαρμολύπη της Μ. Τεσσαρακοστής και ιδιαίτερα η βίωση των Αγίων και Αχράντων Παθών του Χριστού μας, μπορούν να μας δώσουν την πραγματική χαρά της Αναστάσεως. Αυτό μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16,24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. 

Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά. Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή: «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ.6,8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν. 

Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία του Σταυρού γι’ αυτό  βιώνει και ζει αδιάκοπα την ανείπωτη χαρά της Αναστάσεως, ως η πραγματική και μοναδική Εκκλησία της Αναστάσεως. Ο Χριστός μας καλεί, με την ανάγνωση του Ευαγγελίου της Κυριακής της Σταυροπροσκυνήσεως, να αναλάβουμε τον προσωπικό μας σταυρό και να Τον ακολουθήσουμε. Ο δικός μας σταυρός είναι η προσωπική μας υποχρέωση, ο αγώνας μας, να αποβάλλουμε από μέσα μας το κακό και την αμαρτία. Να κόψουμε τα πάθη μας. Να πολεμήσουμε το κακό όπου και αν βρίσκεται. 

Να εναντιωθούμε στο διάβολο, ο οποίος βρίσκεται δίπλα μας και προσπαθεί να μας παρασύρει στην αμαρτία, για να μας καταστρέψει. Να αποκολληθούμε από το βούρκο των αμαρτωλών έξεων και να στολιστούμε με αρετές. Να τρανώσουμε την πίστη μας στο Χριστό και να αποβάλλουμε από μέσα μας τα ολέθρια σπέρματα και ζιζάνια της απιστίας, τα οποία μας σπέρνει ο σατανάς. 

Να ζήσουμε βίο ενάρετο, προσαρμόζοντας τη ζωή μας στο μεγάλο πρότυπο, το Χριστό μας. Να δούμε τους συνανθρώπους μας ως αδελφούς μας και να πάψουμε να τους θεωρούμε εχθρούς μας και αντίζηλους. Να σταματήσουμε κάθε εχθρική διάθεση προς τον οποιοδήποτε θεωρούμε εχθρό μας, ό, τι κακό και αν μας προξένησε, και να συμφιλιωθούμε μαζί του. Να κάνουμε πράξη την αγάπη προς αυτούς, με έργα φιλανθρωπίας, έχοντας την βεβαιότητα πως ό, τι προσφέρουμε στον αναξιοπαθούντα συνάνθρωπό μας το προσφέρουμε στο Χριστό. Να εντάξουμε στην προσωπική μας σταυρική πορεία, την συνειδητή εκκλησιαστική μας ζωή. 

Να εκκλησιαζόμαστε ανελλιπώς. Να βρισκόμαστε συνεχώς σε κατάσταση μετάνοιας, να εξομολογούμαστε, να κοινωνάμε τακτικά το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Και τέλος καλούμαστε να ομολογούμε ευθαρσώς το Θεό σε κάθε μας λόγο, οπουδήποτε βρισκόμαστε. Να δηλώνουμε την ορθόδοξη πίστη μας, ως την μόνη σώζουσα πίστη, για να έχουμε την ελπίδα ότι, όπως ομολογούμε το Χριστό μας, έτσι θα μας ομολογήσει και Εκείνος, ενώπιον του Ουράνιου Πατέρα μας! 

Μπορεί να μας φαίνεται βαρύς αυτός ο σταυρός, αλλά δεν είναι. Είναι χρηστός, εύχρηστος, ελαφρός, όπως μας διαβεβαίωσε ο Κύριός μας. Αυτός με τη λυτρωτική Του χάρη τον κάνει ανάλαφρο και την σταυρική μας πορεία ευχάριστη. Μας καλεί: Ελάτε κοντά μου όλοι οι κουρασμένοι και βαρυφορτωμένοι από το άχθος της αμαρτίας, από τα προβλήματα και τα βάσανα της ζωής και Εγώ θα σας αναπαύσω. Μπείτε στο δικό μου ζυγό, βαδίστε στη δική μου πορεία, παραδειγματιστείτε από τη δική μου πραότητα και ταπεινή και καταδεκτική καρδιά, η οποία φλέγεται από αγάπη για σας και βρείτε πραγματική και μόνιμη ανάπαυση στις κουρασμένες και ταλαιπωρημένες ψυχές σας. 

Εγώ θα κάνω ελαφρό και εύχρηστο το σταυρικό φορτίο της ζωής μας! Τέτοια παρηγορητικά λόγια αγάπης και συμπόνιας προς τον ταλαιπωρημένο άνθρωπο δεν ξεστόμισε ποτέ κανένας ιδρυτής θρησκείας, φιλόσοφος, κοινωνικός αναμορφωτής. Τα διακήρυξε ο μόνος πραγματικός φιλάνθρωπος, ο Ενανθρωπήσας Θεός μας, ο Κύριός μας και Λυτρωτής μας Χριστός. Εμείς δεν έχουμε παρά να αποδεχτούμε την πρόσκληση της σωτηρίας μας, να Του πούμε το μεγάλο και αποφασιστικό, Ναι! Να Του παραδοθούμε ψυχή τε και σώματι, να ανήκουμε μόνο σ’ Αυτόν. 

Να αλλάξουμε πορεία στη ζωή μας. Το κατανυκτικό κλίμα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής μπορεί να μας βοηθήσει να πραγματοποιήσουμε αυτό το μεγάλο άλμα μας, από τους κακοτράχαλους και σκοτεινούς δρόμους της αμαρτίας, οι οποίοι οδηγούν στη φθορά και το θάνατο, στο ολόφωτο δρόμο της σωτηρίας, στην ένωσή μας με το Σωτήρα μας Χριστό, στην ουράνια βασιλεία του Θεού, στην αιώνια ζωή και μακαριότητα. Και κάτι τελευταίο και σημαντικό: να βάλλουμε το Σταυρό στη ζωή μας. Να Θωρακιστούμε με αυτόν. Να κάνουμε το σημείο του σταυρού, όταν σηκωνόμαστε από το κρεβάτι μας, όταν  τρώμε, όταν φεύγουμε από το σπίτι και σταυρώνουμε την πόρτα, όταν περνάμε μπροστά από εκκλησία. 

Όταν ακούμε κάτι καλό ή κακό. Όταν πάμε για ύπνο το βράδυ. Να Φοράμε πάντα επάνω μας σταυρό. Διότι «Χριστιανός χωρίς το σημείο του Σταυρού, μοιάζει με στρατιώτη χωρίς όπλο», όπως μας βεβαιώνει ο άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος! Την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, η Αγία μας Εκκλησία μας καλεί να προσκυνήσουμε τον Τίμιο Σταυρό, για να πάρουμε δύναμη και κουράγιο, να συνεχίσουμε μέχρι το τέλος τον πνευματικό μας αγώνα. Να τρέψουμε σε άτακτη φυγή τον αντίδικό μας διάβολο, ο οποίος πασχίζει να μας πάρει με το μέρος του και να μας αποσπάσει από το Θεό. 

Να καταλάβουμε ότι το πραγματικό μας συμφέρον είναι να είμαστε με το Θεό, έστω και αν μας φαίνεται δύσκολη αυτή η σχέση, παρά με τον πλάνο, ο οποίος μας ωραιοποιεί την αμαρτία, για να μας παρασύρει στον όλεθρο. Ας σπεύσουμε λοιπόν να γονατίσουμε μπροστά στο υπέρτατο και σωτήριο αυτό σύμβολο της Εκκλησίας μας, για να λάβουμε τη χάρη του Θεού και τη δύναμη να συνεχίσουμε τον πνευματικό μας αγώνα, φθάνοντας καθαρμένοι και αγιασμένοι στο Άγιο Πάσχα, να βιώσουμε οντολογικά το μέγα και κοσμοσωτήριο γεγονός της Θείας Εγέρσεως, την κατάργηση του θανάτου και την ελπίδα της δικής μας αναστάσεως!

ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ: Η ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ  ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ  

Η λέξη Ησυχασμός παράγεται από το ρήμα ησυχάζω που σημαίνει βρίσκομαι σε κατάσταση σιγής, ηρεμίας και αυτογνωσίας. Ο ησυχαστής μοναχός, αλλά και λαϊκός, πλημμυρισμένος από θείο έρωτα, προσπαθεί να αποβάλλει κάθε κοσμική ενασχόληση και σκέψη, αποζητά την ησυχία και επικεντρώνεται στη μνήμη του Θεού, λέγοντας αδιάλειπτα την νοερά προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με τον αμαρτωλό». 

Η άσκηση αυτή καθαρίζει την καρδιά από κάθε πάθος και το νου από τους ακάθαρτους λογισμούς, τους οποίους υπαγορεύουν οι δαίμονες. Ο ησυχαστής έτσι αποκτά «νουν Χριστού», όπως είπε ο απόστολος Παύλος. Το μυαλό του, η καρδιά του, οι αισθήσεις του και γενικά ολόκληρη η ψυχοσωματική του υπόσταση γεμίζει από την άκτιστη χάρη και την παρουσία του Θεού, τον καθαρίζει από τους ρύπους της αμαρτίας, τον αγιάζει, τον καθιστά μέτοχο των ακτίστων ενεργειών του Θεού. 

Με την συνεχή άσκηση ο ησυχαστής αισθάνεται με τις σωματικές του αισθήσεις, βλέπει με τα σωματικά μάτια του το άκτιστο θείο φως, αυτό το φως που είδαν οι άγιοι απόστολοι στο όρος Θαβώρ. Το ησυχαστικό κίνημα, υπήρχε από της ιδρύσεως της Εκκλησίας. Μεγάλοι Πατέρες της αρχαίας Εκκλησίας άσκησαν τον ησυχασμό, όπως ο Μ. Βασίλειος και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, οι οποίοι απομονώθηκαν στον Ήρι ποταμό στον Πόντο, όπου ασκήθηκαν στην ησυχία, την προσευχή, την μελέτη των Αγίων Γραφών, στο θείο στοχασμό και έφτασαν σε θαυμαστές θείες εμπειρίες και στη θεοπτία. Αλλά το ησυχαστικό κίνημα αναπτύχθηκε και μεσουράνησε τον 13ο και 14ο μ. Χ. αιώνα, με επίκεντρο το Άγιον Όρος. Πρώτος κομιστής και δάσκαλος υπήρξε ο Αναστάσιος ο Σιναΐτης. Συνεχιστής του ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (1296-1356), ο οποίος λάμπρυνε τον αγιορείτικο μοναχισμό. Όμως το ησυχαστικό κίνημα πολεμήθηκε με σφοδρότητα από τον δυτικό παρεφθαρμένο χριστιανισμό και την σχολιαστική θεολογία. 

Το 1335 ο μοναχός, θεολόγος και φιλόσοφος Βαρλαάμ τον Καλαβρός, ήρθε από την Ιταλία στην ορθόδοξη ανατολή για να αντικρούσει το κίνημα του ησυχασμού. Βαθύτατα επηρεασμένος από αριστοτελισμό, τη λατινική θεολογία και τον σχολαστικισμό, δίδασκε πως ο άνθρωπος είναι αδύνατον να γνωρίσει, να προσεγγίσει και να ενωθεί με το Θεό. Επίσης δίδασκε πως ο Θεός είναι «κλεισμένος στον εαυτό του» και δε μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. 

Αντίθετα οι ορθόδοξοι Πατέρες, κάνοντας τη διευκρίνιση μεταξύ της ουσίας και των ενεργειών του Θεού, δίδασκαν πως η γνώση της ουσίας του Θεού είναι μεν αδύνατος, όχι όμως οι άκτιστες θείες ενέργειες, οι οποίες δίνονται ως ύψιστες δωρεές στους ανθρώπους και γίνονται φανερές σε όσους κατορθώνουν να καθαρθούν από τα πάθη τους. Κύριο μέσο φωτισμού και προσωπικής εμπειρίας των ακτίστων ενεργειών του Θεού είναι η αδιάκοπη νοερά προσευχή, στην οποία ασκούνταν οι ησυχαστές μοναχοί, δια της αδιάκοπης προσευχής: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, ελέησον με», κατόρθωναν να βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια το Άκτιστο Φως, δηλαδή τη δόξα του Θεού. 

Για τους δυτικούς, και εν προκειμένω για τον εκπρόσωπό τους μοναχό Βαρλαάμ, η δια της νοεράς προσευχής και της νίψεως θεοπτία ήταν ακατανόητη και βλάσφημη. Κατηγορούσαν τους ησυχαστές για αιρετικούς (μεσσαλιανιστές) και τους μέμφονταν ως «ομφαλοσκόπους», επειδή οι μοναχοί αυτοί επικέντρωναν το βλέμμα τους, κατά τη διάρκεια της προσευχής, στο στέρνο, στο μέρος της καρδιάς. Η σύγκρουσή τους με τον άγιο Γρηγόριο υπήρξε σφοδρή και προκάλεσε πνευματική θύελλα, εφάμιλλη της εικονομαχίας.  

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς υπήρξε υπέρμαχος του ησυχασμού, της πνευματικότερης έκφρασης του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους, διότι ήταν απόλυτα πεπεισμένος πως η θεοπτία μέσω της ασκήσεως και της νοεράς προσευχής είναι σύμφωνη με τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Γι’ αυτό υπήρξε δάσκαλος και εμπνευστής του ησυχασμού. Συνεχίζοντας ο ίδιος την μακραίωνη παράδοση των αρχαίων Πατέρων και ασκητών της Εκκλησίας, δίδασκε πως ο άνθρωπος, με την άσκηση και τη νίψη, μπορεί να δει και από αυτή τη ζωή, με τα φυσικά του μάτια, το άκτιστο φως του Θεού, αυτό το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού κατά τη Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ. 

Γι’ αυτό ξέσπασε νέα σφοδρή θεολογική έριδα, παρόμοια με εκείνη της εικονομαχίας. Είναι γνωστή η λεγομένη ησυχαστική έριδα η οποία συντάραξε την Εκκλησία και η οποία αναγκάστηκε να συγκαλέσει τρεις Συνόδους (1351,1347 και 1351), για να ορίσει την σώζουσα διδασκαλία της στο ακανθώδες θέμα του ησυχασμού, καταδικάζοντας τους πολεμίους της ως αιρετικούς. Μάλιστα η Σύνοδος του 1351 θεωρείται ως η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Πρέπει να επισημανθεί πως, για την ορθόδοξη πίστη μας, ο Θεός δεν είναι απόκοσμος και παντελώς άγνωστος για μας τους πεπερασμένους ανθρώπους. 

Βεβαίως δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την ουσία Του, η οποία παραμένει εντελώς άγνωστη σε μας, αλλά μπορούμε να έχουμε μετοχή και γνώση των ακτίστων ενεργειών Του, μέσω των οποίων και σωζόμαστε. Ο θεός του δυτικού σχολαστικισμού, της δυτικής χριστιανικής παράδοσης, ο οποίος υποτίθεται ότι «κατανοείται» δια της λογικής δεν υπάρχει, διότι όπως είπαμε δεν είναι δυνατό στον άνθρωπο να κατανοήσει την ουσία του Θεού, αλλά είναι στην ουσία ένα είδωλο, μια ανθρώπινη επινόηση ενός αγνώστου Θεού.

 Γι’ αυτό και ο δυτικός άνθρωπος, αφού κατάλαβε ότι αυτό που εκλάμβανε ως «θεό» δεν είναι ο Θεός, τον αρνήθηκε, φτάνοντας στο σημείο να διακηρύξει επίσημα το «θάνατο του Θεού» δια στόματος του τραγικού εκπροσώπου της ευρωπαϊκής διανόησης, Νίτσε. Αντίθετα στην ορθόδοξη ανατολή, όπου η Εκκλησία μας έχει θέσει τα σωστά όρια μεταξύ ανθρώπου και Θεού, δηλαδή της γνώσεως και μετοχής των ακτίστων ενεργειών του, απουσιάζουν τέτοια φαινόμενα άρνησης και αθεΐας. Η σύγχρονη άρνηση και αθεΐα μας ήρθε από τη Δύση. Καταλαβαίνει λοιπόν ο καθένας πόσο σημαντική είναι η συμβολή του ησυχαστικού κινήματος για τη διαμόρφωση της ελληνορθόδοξης ταυτότητάς μας και αυτοσυνειδησία μας. 

Για μας τους ορθοδόξους ο ησυχασμός είναι ταυτισμένος με την ανόθευτη και απαραχάρακτη χριστιανική μας πίστη και ζωή. Αυτό το βλέπουμε στα πρόσωπα των αγίων μας, οι οποίοι αγίασαν και θεώθηκαν επειδή ήταν ησυχαστές, δηλαδή αγωνίστηκαν να γίνουν μέτοχοι των ακτίστων ενεργειών του Θεού, δια της ορθής πίστεως, της καθάρσεως από τα πάθη, της αδιάλειπτης και καθαρής προσευχής, δια του καθαρού βίου, και της μετοχής στην αγιαστική χάρη της Εκκλησίας μας. Ποτέ δεν έπαψε να βιώνεται ο ησυχασμός στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, τη γνήσια, την αληθινή, τη μοναδική Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού. 

Θυμίζουμε, πως και στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας, έχουμε ανάλογο ησυχαστικό κίνημα, το λεγόμενο κίνημα των Κολλυβάδων, με επίκεντρο το Άγιο Όρος. Και τότε ήρθαν βλαβερές επιδράσεις από το χώρο της αιρετικής Δύσης, μέσω των παπικών και προτεσταντών ιεραποστόλων, οι οποίοι είχαν εισβάλλει στον ορθόδοξο τουρκοκρατούμενο χώρο για να αλλοιώσουν την ορθόδοξη πίστη μας και να μας προσηλυτίσουν στα δικά τους δόγματα, να αλλοιώσουν την ορθόδοξη ζωή μας με τα δικά τους έθιμα. 

Τότε εγέρθηκε ως ισχυρός κυματοθραύστης το κολλυβαδικό κίνημα και απέτρεψε αυτόν τον κίνδυνο. Αλλά και οι σύγχρονοι άγιοί μας, ο άγιος  Νεκτάριος, ο άγιος Νικόλαος Πλανάς, ο άγιος Παναγής Μπασιάς, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο άγιος Νικόλαος Αχρίδος, ο άγιος Παΐσιος, ο άγιος Πορφύριος, ο άγιος Αμφιλόχιος, ο άγιος Καλλίνικος κ.α. και οι μεγάλοι λογοτέχνες Παπαδιαμάντης, Μωραϊτίδης, Κόντογλου και άλλοι υπήρξαν συνεχιστές του ησυχαστικού και κολυβαδικού πνεύματος. Αυτή είναι μια τρανή απόδειξη ότι η Ορθοδοξία μας, μόνη αυτή, έχει την αλήθεια και το Πανάγιο Πνεύμα, που υπάρχει σε αυτή από την ημέρα της Πεντηκοστής, την οδηγεί εις πάσαν την αλήθειαν και την διασώζει ακέραιη και αλώβητη από τις πλάνες, τις αιρέσεις και τις παραχαράξεις, διότι όπως τονίζουμε αδιάκοπα, η αλήθεια είναι ταυτόσημη με τη σωτηρία μας, χωρίς την αλήθεια, που διδάσκει η Εκκλησία μας σωτηρία δεν υπάρχει. Εκτός της Εκκλησίας σωτηρία δεν υπάρχει, όπως διακήρυξε ο άγιος Κυπριανός Καρθαγένης , ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Εκκλησίας μας. 

Αλλά και στις μέρες μας δεν λείπουν οι επικριτές του Ησυχασμού και του Κολλυβαδικού Κινήματος. Σύγχρονοι θεολογούντες και μη, στερούμενοι της γνήσιας ορθοδόξου πνευματικότητας, συγχέουν την ησυχαστική πνευματικότητα και των πρακτικών της με τις αρχές, τις δοξασίες και τις πρακτικές των ανατολικών θρησκευμάτων και κύρια του Ινδουισμού και του Βουδισμού. Την ησυχία τη συγχέουν με την απόκοσμη απομόνωση των γκουρού. Την αδιάλειπτη προσευχή, την μονολόγιστη ευχή, με τον υπερβατικό διαλογισμό. Όμως θέλουν να αγνοούν ότι υπάρχει χάσμα αγεφύρωτο ανάμεσα στην ορθόδοξη πνευματικότητα και τα σύγχρονα αυτά ειδωλολατρικά και πολυθεϊστικά θρησκεύματα. Παρά τις φαινομενικές «ομοιότητες» κάποιων εξωτερικών πρακτικών, κανένα κοινό στοιχείο έχουν, όσον αφορά την θεολογία, την ανθρωπολογία και τη σωτηριολογία.

Στα ανατολικά θρησκεύματα δεν υπάρχει ύψιστος προσωπικός Θεός. Δεν υπάρχει κακό και καλό, αλλά την ανθρώπινη ζωή ορίζει απόλυτα το μοιρολατρικό «κάρμα» και ως εκ τούτου δεν απαιτείται σωτήρας. Σωτήρας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος για τον εαυτό του, ο οποίος «σώζεται» δια των ασκήσεων της γιόγκα και του υπερβατικού διαλογισμού. Ο γιόγκι απομονώνεται, για να απαλλαγεί από την «αρνητική ενέργεια» των ανθρώπων και για την πραγμάτωση της «αυτολύτρωσής» του. Αντίθετα στην ορθόδοξη ησυχαστική παράδοση ο ησυχαστής, πιστεύει στον προσωπικό Τριαδικό Θεό της αγάπης και εναποθέτει σ’ Αυτόν, με ταπείνωση και συντριβή τον αμαρτωλό εαυτό του. Δεν απομονώνεται για να «απαλλαγεί» από τους συνανθρώπους του, αλλά για να αφιερωθεί απερίσπαστος από τα εγκόσμια, στην συνάντησή του με το Θεό. Η αγάπη του για όλο τον κόσμο εκδηλώνεται με την αέναη προσευχή του γι’ αυτόν. 

Η ησυχία, η αδιάλειπτη προσευχή, η νηστεία, η αγρυπνία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά τα μέσα για την πραγματοποίηση της ενώσεως με το Θεό και την θέα των ακτίστων ενεργειών Του. Ίσως αναρωτηθούν πολλοί: Η ησυχαστική ζωή και οι πρακτικές του, αναφέρονται τους μοναχούς, αυτοί μπορούν και πρέπει να είναι ησυχαστές. Εμείς που ζούμε στον κόσμο και είμαστε επιφορτισμένοι με υποχρεώσεις προσωπικές, οικογενειακές, επαγγελματικές κλπ και αντιμετωπίζουμε δυσκολίες και προβλήματα της καθμερινότητας, δεν μπορούμε να είμαστε ησυχαστές, που σημαίνει δεν μπορούμε να γίνουμε μέτοχοι των ακτίστων ενεργειών του Θεού και θεόπτες. 

Αυτό είναι μια λαθεμένη αντίληψη. Ο κάθε χριστιανός, ανεξάρτητα αν ζει στον κόσμο, ή σε μοναστήρι ή στην έρημο, καλείται να κάνει το δικό του αγώνα για κάθαρση από τα πάθη του, την απόκτηση αρετών, να καλλιεργήσει την πίστη του και την εμπιστοσύνη του στο Θεό. Να έχει συνειδητή εκκλησιαστική ζωή, να βρίσκεται σε συνεχή μετάνοια, να εξομολογείται να κοινωνά τακτικά, να εκκλησιάζεται, να προσεύχεται με κατάνυξη, να νηστεύει, για να παίρνει δύναμη στον αγώνα του. Να μελετά το λόγο του Θεού. Να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση και γενικά να αναθέσει τη ζωή του στο  Θεό. Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε για να ενωθούμε με το Θεό, να γίνουμε μέτοχοι των άκτιστων ενεργειών του και να τρέφουμε τη βεβαία ελπίδα της σωτηρίας μας. Ο Θεός της αγάπης, ο στοργικός μας Πατέρας, θα εκτιμήσει την προσπάθειά μας, θα την ευλογήσει και θα την αξιοποιήσει για το συμφέρον ημών των παιδιών του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου